spot_img
Παρασκευή, 29 Μαρτίου, 2024
spot_img
ΑρχικήΚυνήγιΑξεσουάρ ΚυνηγούFALLKNIVEN WM1 VG10 εναντίον 3G

FALLKNIVEN WM1 VG10 εναντίον 3G

|

Laky Pet Food
Laky Pet Food
Laky Pet Food
Laky Pet Food

Η δυνατότητα να έχουμε ταυτόχρονα στη διάθεσή μας δύο ολόιδια μαχαίρια με μόνη διαφορά το ατσάλι της λάμας, είναι μια άριστη ευκαιρία για μια συγκριτική δοκιμή με ενδιαφέροντα αποτελέσματα.

του Κώστα Λακαφώση

Ποτέ δεν κρύψαμε τη συμπάθειά μας στα μαχαίρια της Fallkniven, της μικρής οικογενειακής επιχείρησης που έχει την έδρα της στη Σουηδία και κατασκευάζει τα μαχαίρια της βάσει αυστηρών προδιαγραφών και ελέγχων στα εργοστάσια υψηλής τεχνολογίας της Ιαπωνίας. Η απλότητα του σχεδιασμού δεν είναι δείγμα αδυναμίας, αλλά αντίθετα δείγμα ωριμότητας και πολύ υψηλού επιπέδου γνώσεων και πραγματικών εμπειριών ως προς την πραγματική χρήση του μαχαιριού. Για κάποιον που δεν έχει ιδιαίτερη εμπειρία από βουνό, φύση και μαχαίρια, ο κατάλογος της Fallkniven μπορεί να μοιάζει απλοϊκός και αδιάφορος: περιορισμένη ποικιλία σε σχήματα, μεγέθη και λαβές, και ούτε ένα “μαχαίρι του Ράμπο”-άγριο, δολοφονικό, με παράξενες οδοντώσεις και διαστημικού σχεδιασμού θήκη! Κι όμως, η πράξη αποδεικνύει ότι οι Σουηδοί (όπως άλλωστε και οι κοντινοί τους γείτονες Νορβηγοί και Φιλανδοί) ξέρουν πολύ περισσότερο από μαχαίρια για πραγματική χρήση. Από τη μία είναι οι παραδόσεις τους, από την άλλη οι αντίξοες κλιματολογικές συνθήκες στις οποίες ζουν: θερμοκρασίες κάτω του μηδενός, αέρας, βροχή και τεράστιες νύχτες, δημιουργούν μια επιπλέον πολύ σημαντική δυσκολία στον κυνηγό, στον άνθρωπο της φύσης αλλά και στον απλό ταξιδιώτη ή τον άνθρωπο του χωριού που ζει μονίμως σε αυτή την κατάσταση. Με πολύ απλά λόγια, αν βρεθείς κλεισμένος από τον καιρό σε αυτές τις συνθήκες και δεν καταφέρεις να φτιάξεις πρόχειρο κατάλυμα και να ανάψεις φωτιά, δεν μιλάμε απλώς για μια δυσάρεστη περιπέτεια αλλά για άμεσο κίνδυνο ζωής! Έτσι, τα μαχαίρια της περιοχής, σαν γενική φιλοσοφία ακολουθούν όλα την ίδια αρχή: απλός σχεδιασμός, πολύ κοφτερή λάμα από καλής ποιότητας ατσάλι, απλή λαβή με άνετο κράτημα και ασφαλής θήκη για μεταφορά του μαχαιριού χωρίς τον κίνδυνο της απώλειας. Παραλλαγές στο ίδιο βασικό θέμα είναι όλα τα μοντέλα της Fallkniven, από τα πιο μεγάλα που έχουμε δοκιμάσει κατά καιρούς (όπως το NL2 Odin με τη λάμα των 20 εκατοστών) έως και τα μικρότερα όπως το WM1 με τη μικρή λάμα των 7 εκατοστών που δοκιμάζουμε ξανά, με την αφορμή της παρουσίασης και της εκδοχής με το “ειδικό” ατσάλι 3G.

Η παλαιότερη έκδοση του WM1 χρησιμοποιεί το γνωστό μας ιαπωνικό ατσάλι VG-10, ένα ατσάλι που τα τελευταία χρόνια έχει κερδίσει ένα μεγάλο κομμάτι της αγοράς των μαχαιριών υψηλής ποιότητας, και όχι άδικα: πρόκειται για ένα ατσάλι καλύτερων επιδόσεων από τα παλαιότερης γενιάς “καλά” ατσάλια (π.χ. 440C ή AUS8 κλπ) το οποίο είναι σχετικά εύκολο στο ακόνισμα (βγάζει εύκολα λεπτή και κοφτερή κόψη χωρίς μεγάλη προσπάθεια) και αντέχει πάρα πολύ στη φυσιολογική φθορά της κόψης από τη συνεχή χρήση. Η πρόοδος της τεχνολογίας και η αύξηση του όγκου της παραγωγής έχει κατεβάσει το κόστος σε χαμηλότερα επίπεδα από ότι στο παρελθόν, με τελικό αποτέλεσμα τα σημερινά “καλά” μαχαίρια να προσφέρουν καλύτερες επιδόσεις χωρίς να κοστίζουν πιο πολλά χρήματα σε σχέση με τα αντίστοιχα προ δεκαετίας μαχαίρια παραγωγής.

Το ατσάλι 3G (ή SGPS όπως αρχικά είχε γίνει γνωστό), είναι στην πραγματικότητα ένα “σάντουιτς” από τρία διαφορετικά ατσάλια: ένα πολύ σκληρό στρώμα στο κέντρο από ειδικό ατσάλι που παράγεται με μια πολύ σύγχρονη μέθοδο μεταλλουργίας (στην οποία το ατσάλι ξεκινά από κόκκους σε μορφή σκόνης) και δύο εξωτερικά στρώματα από πιο μαλακό ατσάλι που συγκρατούν το σκληρό εσωτερικό και του προσφέρουν μηχανική αντοχή σε κάθε είδους ταλαιπωρία. Για να μιλήσουμε με βαθμούς Rockwell, εκεί που το VG-10 συνήθως χρησιμοποιείται σε σκληρότητες 58-59RC, στο 3G έχουμε το σημείο της κόψης να φτάνει σε 62RC, με τα αντίστοιχα αποτελέσματα σε επίδοση αλλά και αντοχή.

Δεν είναι η πρώτη φορά που δοκιμάζουμε μαχαίρι με λάμα 3G, όμως αυτή ήταν η πρώτη φορά που είχαμε ταυτόχρονα στη διάθεσή μας ακριβώς το ίδιο μαχαίρι σε έκδοση VG-10 και 3G για μια άμεση σύγκριση. Τονίζουμε το γεγονός ότι μιλάμε ακριβώς για το ίδιο μαχαίρι, επειδή αυτός είναι ο μόνος τρόπος ώστε να βγάλεις ουσιαστικό και αντικειμενικό συμπέρασμα για την επίδοση ενός ατσαλιού. Εάν συγκρίνεις λάμες διαφορετικού μεγέθους και σχήματος κατασκευασμένες από διαφορετικά ατσάλια, η σύγκριση είναι άνευ πραγματικής ουσίας, αφού η γεωμετρία της λάμας αλλά και της ίδιας της κόψης είναι πολύ σημαντικές για την επίδοση του μαχαιριού, και άρα η σύγκριση των ατσαλιών δεν μπορεί να είναι αντικειμενική.

Στην περίπτωσή μας, όμως, βρεθήκαμε στην ευτυχή συγκυρία να έχουμε και τις δύο εκδοχές του WM1 στη διάθεσή μας για μια άμεση και ταυτόχρονη σύγκριση, απομονώνοντας κάθε άλλη παράμετρο εκτός από το ίδιο το ατσάλι.

Για να ξεκινήσουμε χωρίς αδικίες, το πρώτο βήμα ήταν το προσεκτικό ακόνισμα: φέραμε και τα δύο μαχαίρια στην καλύτερη δυνατή αρχική κατάσταση, ακονίζοντας μάλιστα με μια παράξενη τεχνική: αντί για πέτρα ακονίσματος χρησιμοποιήσαμε πολύ λεπτό ντουκόχαρτο απλωμένο πάνω σε ένα φύλλο από χοντρό χαρτόνι, σύροντας το μαχαίρι σε μια κίνηση παρόμοια με αυτή που χρησιμοποιούμε για τα παλιά ξυράφια, χρησιμοποιώντας και την ενδοτικότητα του χαρτονιού ώστε να δημιουργούμε μια κοίλη επιφάνεια ακονίσματος που ταιριάζει με το κοίλο προφίλ βάσει του οποίου είναι ακονισμένες οι λάμες. Υπενθυμίζουμε εδώ ότι το WM1 (όπως και αρκετά από τα μεγαλύτερα μοντέλα της Fallkniven) δεν έχουν λάμα και κόψη ακονισμένες σε επίπεδη επιφάνεια και σε ευθεία γραμμή, αλλά χρησιμοποιούν ένα κυρτό σχήμα στο ακόνισμα της κόψης χωρίς “σκαλοπάτι” στη δευτερεύουσα κόψη όπως στα περισσότερα μαχαίρια της αγοράς. Αυτό το κυρτό προφίλ χρειάζεται μια αντίστοιχα κοίλη επιφάνεια ώστε να ακονιστεί, προσφέρει όμως κοφτερή λάμα με ανθεκτική κόψη, αρκετά λεπτή ώστε να κόβει πολύ καλά, αλλά ταυτόχρονα λίγο πιο ανθεκτική από την κλασική ίσια κόψη λόγω του επιπλέον υλικού που έχει στα πρώτα 1-2 χιλιοστά από την άκρη της.

Στο αρχικό μας ακόνισμα, διαπιστώσαμε πρακτική ισοπαλία, με μία ελάχιστη διαφορά υπέρ του 3G σε επίπεδο απόλυτης επίδοσης. Εάν μοιάζει διφορούμενο, ας το εξηγήσουμε: λέμε “πρακτική ισοπαλία” διότι δεν υπάρχει διαφορά σε πραγματική χρήση, δηλαδή όταν κόβουμε ένα σχοινί ή σκαλίζουμε ένα ξύλο. Για να εντοπίσουμε την ελάχιστη διαφορά υπέρ του 3G, θα πρέπει να καταφύγουμε σε ακραίες συγκρίσεις σε επίπεδο …ξυρίσματος (το τέλεια ακονισμένο 3G πιάνει λίγες παραπάνω τρίχες με μια κίνηση!) ή σε οριακές δοκιμές π.χ. κόβοντας πολύ λεπτό τσιγαρόχαρτο στον αέρα. Επειδή όμως αυτά όλα δεν έχουν πρακτικό αντίκρισμα σε πραγματική χρήση, κρατάμε την αρχική ισοπαλία και προχωράμε.

Επόμενη δοκιμή, η αντοχή στη συνεχή χρήση: σχίζουμε δύο γειτονικά, ίδια κομμάτια από ρίζα πεύκου και ξεκινάμε τη δουλειά, ισιώνοντας και λειαίνοντας καλά τη μια πλευρά σε καθένα από τα κομμάτια μας, δουλεύοντας για αρκετή ώρα, μια με το ένα μαχαίρι και μια με το άλλο. Το πρώτο συμπέρασμα στα πρώτα πέντε λεπτά επιβεβαιώνει την αρχική ισοπαλία: και τα δύο μαχαίρια συμπεριφέρονται εξίσου καλά στο μεσαίας σκληρότητας ξύλο, και αν δεν διαβάσεις την επιγραφή στη λάμα δεν μπορείς να καταλάβεις ποιό είναι ποιό.

Χρειάζεται παραπάνω από μισή ώρα εντατικής δουλειάς, με δυνατά κοψίματα που έχουν αρχίσει να κουράζουν την παλάμη του χεριού σε σημείο που να απαιτείται διάλειμμα για ξεκούραση, ώστε να αρχίσουμε να αισθανόμαστε μια μικρή διαφορά υπέρ του 3G: εκεί που το παλιότερο μοντέλο ξεκινά να παρουσιάζει μια ελάχιστη πτώση της επίδοσης της κόψης, το καινούριο μοντέλο με το ατσάλι 3G συνεχίζει χωρίς καμία απολύτως διαφορά από την πρώτη στιγμή.

Μετά από μια ολόκληρη ώρα σκληρής ξυλογλυπτικής (κατά τη διάρκεια της οποίας κατασκευάσαμε μερικούς ξύλινους πασσάλους για σκηνή, ένα ξύλινο κουτάλι και δυο-τρεις γάντζους με εγκοπές για το κρέμασμα μαγειρικών σκευών), τα χέρια μας έχουν πιαστεί αλλά τα μαχαίρια συνεχίζουν ακάθεκτα: το 3G είναι “σαν καινούριο”, ενώ στο VG-10 μπορούμε να αντιληφθούμε μια μικρή διαφορά αφού πλέον ένα μικρό κομμάτι της κόψης έχει χάσει λίγη από τη δυνατότητα να ξυρίζει τις τρίχες από τον πήχη του χεριού με τόση ευκολία όπως στην αρχή (προσοχή, ξυρίζει ακόμα, απλώς όχι τόσο εύκολα!).

Για το συμπέρασμα της δοκιμής μας, όμως, είναι απαραίτητο και το τελικό στάδιο του ακονίσματος: το VG-10 θέλει λιγότερο από 5 λεπτά για να επανέλθει στην αρχική του κατάσταση, ενώ το 3G (που επίτηδες το βασανίσαμε λίγο παραπάνω κόβοντας αρκετά σχοινιά, χαρτόνια και ξύλα ώστε να χάσει κι αυτό λίγη από την αρχική του επίδοση), απαιτεί αρκετά περισσότερη δουλειά, ειδικά μάλιστα εάν υπάρξει κάποιο σημείο που η κόψη χτύπησε σε κάτι σκληρό και απαιτεί περισσότερη δουλειά στο ακόνισμα για να καθαρίσει η ατέλεια. Σε τέτοιες περιπτώσεις το γυαλόχαρτο δεν είναι αρκετό, και θα πρέπει να χρησιμοποιηθεί κάποιο κλασικό ακονιστήρι με φυσική ή τεχνητή πέτρα ή διαμάντι ώστε να προχωρήσει η διαδικασία πιο γρήγορα, πριν περάσουμε στο γυαλόχαρτο για το τελικό ακόνισμα και γυάλισμα της κόψης.

Τελικά, μετά από μια εβδομάδα συνεχούς χρήσης και των δύο εκδοχών του WM1, οριστικό και κατηγορηματικό συμπέρασμα δεν βγάλαμε: απίστευτα κοφτερή και ανθεκτική στην απλή χρήση η καινούρια λάμα από 3G, όμως στη βαριά χρήση πάντα φοβάσαι ότι σε κάτι σκληρό θα βρει η κόψη και θα χρειάζεται έπειτα περισσότερο (πιο δύσκολο και απαιτητικό) ακόνισμα. Με το VG-10, θυσιάζεις λίγη από την επίδοση αλλά χρησιμοποιείς το μαχαίρι λίγο πιο άνετα, ξέροντας ότι το ακόνισμά του είναι πιο εύκολο.

Συμπέρασμα; Δεν υπάρχει, γι’ αυτό και η Fallkniven εξακολουθεί να πουλάει παράλληλα και τις δύο εκδοχές του μαχαιριού. Mπορεί αναμφισβήτητα το 3G να είναι το πιο καλό από τα δύο σε επίπεδο επιδόσεων, όμως αρκετοί είναι εκείνοι που για πρακτική, σκληρή χρήση, θα προτιμήσουν το παλιότερο μοντέλο με το ατσάλι VG-10 που προσφέρει άριστο συμβιβασμό επιδόσεων και ευκολίας στο ακόνισμα.

 

Ακολουθήστε το kynigesia.gr στο Google News.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

«Κυνηγεσία 2024»: 8 πράγματα που αφορούν όσους πρόκειται να επισκεφθούν την έκθεση

«Κυνηγεσία 2024»: 8 πράγματα που αφορούν όσους πρόκειται να επισκεφθούν την έκθεση 1. Εισιτήριο θα βρεις στην είσοδο του εκθεσιακού κέντρου MEC Παιανίας (6 ευρώ)....
spot_img
spot_img

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ

ΔΗΜΟΦΙΛΗ